Σαφί της Περσίας
Σαφί της Περσίας | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 1611[1] Ισφαχάν |
Θάνατος | 11 Μαΐου 1642 Κασάν |
Αιτία θανάτου | υπερβολική δόση ναρκωτικών |
Τόπος ταφής | Fatima Masumeh Shrine |
Χώρα πολιτογράφησης | Αυτοκρατορία των Σαφαβιδών |
Θρησκεία | Ισλάμ |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | Σάχης πολιτικός μονάρχης |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Princess Tinatin of Kakheti (από 1634) Άννα Χανούμ |
Τέκνα | Αμπάς Β΄ της Περσίας[2] |
Γονείς | Μοχαμάντ Μπακέρ Μιρζά και Ντιλαράμ Χανούμ |
Οικογένεια | Σαφαβίδες |
Στρατιωτική σταδιοδρομία | |
Πόλεμοι/μάχες | Ottoman–Safavid War, d:Q31070843, d:Q28924030, Siege of Yerevan, d:Q28924027 και Capture of Baghdad |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Σάχης (1629–1642) |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Σαμ Μιρζά (περσικά: سام میرزا) (1611 – 12 Μαΐου 1642), περισσότερο γνωστός με το δυναστικό του όνομα Σαχ Σαφί (περσικά: شاه صفی), ήταν ο 6ος Σαφαβίδης σάχης (βασιλιάς) του Ιράν, που κυβέρνησε από το 1629 έως το 1642.
Πρώιμη ζωή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Έλαβε το όνομα Σαμ Μιρζά όταν γεννήθηκε. Ήταν γιος του Μοχάμαντ Μπακέρ Μιρζά, τού μεγαλύτερου γιου τού σάχη Αμπάς Α΄, και της Ντιλαράμ Χανούμ, μίας Γεωργιανής συζύγου. [3] Το 1615 ο Αμπάς Α΄σκότωσε τον Μοχάμεντ Μπακέρ, φοβούμενος ότι συνωμοτούσε εναντίον της ζωής του. Τα επόμενα χρόνια, ο καχύποπτος Aμπάς Α΄ σκότωσε ή τύφλωσε τους άλλους γιους του, αφήνοντας τον εγγονό του Σαφί ως διάδοχο στον θρόνο.
Η βασιλεία του
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Σάφι στέφθηκε στις 28 Ιανουαρίου 1629 σε ηλικία δεκαοκτώ ετών. Εξάλειψε ανελέητα όποιον θεωρούσε απειλή για την εξουσία του, εκτελώντας σχεδόν όλους τους βασιλικούς πρίγκιπες των Σαφαβιδών, καθώς και κορυφαίους αυλικούς και στρατηγούς. Έδινε ελάχιστη προσοχή στις δουλειές της κυβέρνησης και δεν είχε πολιτιστικά ή πνευματικά ενδιαφέροντα (δεν είχε μάθει ποτέ να διαβάζει ή να γράφει σωστά), προτιμώντας να περνάει τον χρόνο του πίνοντας κρασί ή επιδιδόμενος στον εθισμό του στο όπιο. Υποτίθεται, ωστόσο, ότι αποστρεφόταν τον καπνό τού τσιγάρου όσο και ο παππούς του, φτάνοντας στο σημείο να σκοτώνονται όσοι συλλαμβάνονταν να καπνίζουν δημόσια, ρίχνοντας λιωμένο μόλυβδο στο στόμα τους.
Η κυρίαρχη πολιτική μορφή της βασιλείας τού Σάφι ήταν ο Σαρού Τακί, που διορίστηκε μεγάλος βεζίρης το 1634. Ο Σαρού Τακί ήταν αδιάφθορος και εξαιρετικά αποτελεσματικός στην αύξηση των εσόδων για το κράτος, αλλά μπορούσε επίσης να είναι αυταρχικός και αλαζονικός.
Οι ξένοι εχθροί του Ιράν βρήκαν την ευκαιρία για να εκμεταλλευτούν την αντιληπτή αδυναμία τού Σαφί. Παρά τις σταθερές αρχικές επιτυχίες των Σαφαβιδών και τις ταπεινωτικές ήττες στον Οθωμανο-Σαφαβιδικό Πόλεμο (1623–1639) από τον παππού τού Σαφί και τον προκάτοχό του σάχη Αμπάς Α΄ τον Μέγα, οι Οθωμανοί, αφού είχαν σταθεροποιήσει και αναδιοργανώσει την οικονομία και τον στρατό τους υπό τον σουλτάνο Μουράτ Δ΄, πραγματοποίησαν επιδρομές στη Δύση, σε ένα χρόνο μετά την άνοδο τού Σαφί στο θρόνο. Το 1634 κατέλαβαν για λίγο το Ερεβάν και την Ταμπρίζ και το 1638 κατάφεραν τελικά να ανακαταλάβουν τη Βαγδάτη (Ανακατάκτηση της Βαγδάτης του 1638) και άλλα μέρη της Μεσοποταμίας (Ιράκ), τα οποία, παρόλο που καταλήφθηκαν ξανά αρκετές φορές αργότερα στην ιστορία από τους Πέρσες και κυρίως από τον Nαντέρ σαχ, τελικα θα παρέμεναν στα χέρια τους μέχρι τον απόηχο του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Ωστόσο η συνθήκη τού Ζουχάμπ που ακολούθησε το 1639, έβαλε τέλος σε όλους τους περαιτέρω πολέμους μεταξύ των Σαφαβιδών και των Οθωμανών. Εκτός από τους Οθωμανικούς πολέμους, το Ιράν ταλαιπωρήθηκε από τους Ουζμπέκους και τους Τουρκμένους στα ανατολικά και έχασε για λίγο την Κανταχάρ στα ανατολικότερα εδάφη του από τους Μογγάλους το 1638. Για το τελευταίο αιτία ήταν κάτι, που φαίνεται ως πράξη εκδίκησης από τον δικό τους κυβερνήτη της περιοχής, Αλί Μαρντάν Χαν, όταν απολύθηκε από το αξίωμά του. [4]
Το 1636 δέχθηκε μία εμπορική αντιπροσωπεία από τον Φρειδερίκο Γ΄ δούκα του Χόλσταϊν-Γκότορπ, στην οποία περιλαμβανόταν ο Αδάμ Ολεάριος. Ο Oλεάριος έγραψε ένα βιβλίο γι' αυτήν την επίσκεψη το 1647, το οποίο δημοσιεύτηκε ευρέως στην Ευρώπη. Το 1639, ο Σαφί έστειλε μία αντιπροσωπεία επιστροφής στο Χόλσταϊν-Γκόττορπ, χαρίζοντας δώρα στον δούκα. [5] Ωστόσο, ο δούκας δεν επέτυχε τον τελικό του στόχο: να ξεκινήσει μία τακτική εμπορική σχέση με το Ιράν (και τη Ρωσία) και να κάνει τη νεοϊδρυθείσα πόλη του δούκα Φρήντριχστατ ευρωπαϊκό εμπορικό κέντρο.
Ο Σαφί απεβίωσε στις 12 Μαΐου 1642 και θάφτηκε στο Κομ. Τον διαδέχθηκε ο γιος του Αμπάς Β΄ . Ο τέλος του σχετιζόταν με βαριά μέθη. Σύμφωνα με μία αναφορά, που βρίσκεται στο βιβλίο Η σχέση της Κολχίδας ή Μενγκρελίας (1654) τού Αρκάντζελο Λαμπέρτι, ο Σαφί απεβίωσε σε έναν διαγωνισμό αλκοόλ με κάποιον Σεντάν Κιλάζντε (ή Τσιλάντζε), έναν διάσημο Γεωργιανό πρωταθλητή στο ποτό, καλεσμένο στο Ισφαχάν από τη Mινγκρελία. [6]
Οικογένεια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Σύζυγοι
Ο Σαφί είχε τρεις συζύγους:
- Άννα Χανούμ (απεβ. στις 9 Σεπτεμβρίου 1647), Κιρκάσια, και κόρη του Ουργκουρλού Μπεγκ, πρώην σκλάβου του. [7]
- Πριγκίπισσα Tινατίν (παντρ. 1634), [8] κόρη του Tεϊμουράζ Α΄ τού Καχέτι, [9] από τη δεύτερη σύζυγό του, βασίλισσα Κορεσάν-Νταρεγιάν, κόρη του Γκιόργκ Ι΄, βασιλιά τού Κάρτλι.
- Μία κόρη του Μπίκα (παντρ. 1637), ενός Κιρκάσιου, και αδελφή τού πρίγκιπα Μουσάλ. [10]
- Γιοί
Ο Σαφί είχε πέντε γιους:[11]
- Μοχάμεντ Μιρζά, τον διαδέχθηκε ως βασιλιάς Αμπάς Β΄.
- Tαχμάσπ Μιρζά (τυφλώθηκε το 1642)·
- Μπαχράμ Μιρζά (τυφλώθηκε το 1642).
- Σουλτάν Χαϊντάρ Μιρζά (τυφλώθηκε το 1642)·
- Iσμαήλ Χαϊντάρ Μιρζά (τυφλώθηκε το 1642)·
- Κόρες
Η Σαφί είχε δύο κόρες:
- Μαρυάμ Μπεγκούμ, [12] παντρεύτηκε τον Σαντρ, εγγονό της Kαλιφέ Σολτάν. [13]
- Παρί Ρουχσάρ Χανούμ, παντρεύτηκε τον αδελφό τού συζύγου της αδελφής της, τού Σαντρ. [11]
Βιβλιογραφικές αναφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 (Πολωνικά) MAK. 9810649701605606.
- ↑ «Аббасъ I» (Ρωσικά)
- ↑ Sussan Babaie and others: Slaves of the Shah (I.B. Tauris, 2003) p.104
- ↑ Kohn 2007, p. 338
- ↑ Granlund 2004, σελ. 58.
- ↑ Matthee 2005, σελ. 43.
- ↑ Babayan, K. (1993). The Waning of the Qizilbash: The Spiritual and the Temporal in Seventeenth Century Iran. Princeton University. σελίδες 119, 123.
- ↑ Melville, C. (2021). Safavid Persia in the Age of Empires: The Idea of Iran Vol. 10. The Idea of Iran. Bloomsbury Publishing. σελ. 361. ISBN 978-0-7556-3380-7.
- ↑ Anchabadze, Z. (2014). European Georgia: (ethnogeopolitics in Caucasus and Ethnogenetical History of Europe). publisher not indicated. σελ. 63. ISBN 978-9941-0-6322-0.
- ↑ Sale (1759). An Universal history, from the earliest account of time. 26. Printed for T. Osborne, σελ. 475. https://books.google.com/books?id=JMJixNfuhXsC&pg=PA475.
- ↑ 11,0 11,1 Foundation, Encyclopaedia Iranica (17 Μαΐου 2021). «ʿABBĀS II». Encyclopædia Iranica. Ανακτήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 2021.
- ↑ Nashat, G.· Beck, L. (2003). Women in Iran from the Rise of Islam to 1800. University of Illinois Press. σελ. 169. ISBN 978-0-252-07121-8.
- ↑ Newman, A.J. (2012). Safavid Iran: Rebirth of a Persian Empire. Bloomsbury Publishing. σελ. 105, 108. ISBN 978-0-85773-366-5.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Newman, Andrew J. (2008). Safavid Iran: Rebirth of a Persian Empire. I.B.Tauris. σελίδες 1–281. ISBN 9780857716613.
- Babaie, Sussan (2004). Slaves of the Shah: New Elites of Safavid Iran. I.B.Tauris. σελίδες 1–218. ISBN 9781860647215.
- Roemer, H.R. (1986). «The Safavid period». The Cambridge History of Iran, Volume 5: The Timurid and Safavid periods. Cambridge: Cambridge University Press. σελίδες 189–351. ISBN 9780521200943.
- Matthee, Rudolph P. (2005). The pursuit of pleasure: drugs and stimulants in Iranian history, 1500-1900. Princeton University Press. ISBN 9780691118550.
Περαιτέρω ανάγνωση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Quinn, Sholeh A. (2019). «In the Shadow of Shah ʿAbbas: The Succession of Shah Safi (r. 1629–1642)». Στο: Khafipour, Hani. The Empires of the Near East and India: Source Studies of the Safavid, Ottoman, and Mughal Literate Communities. Columbia University Press. σελίδες 221–227.